Ο θυρεοειδής είναι ένας μικρός αδένας με σχήμα θυρεού (ασπίδα, οικόσημο), που βρίσκεται στη βάση του λαιμού, ακριβώς κάτω από το μήλο του Αδάμ. Η ρύθμιση του μεταβολισμού είναι η βασική λειτουργία του. Αυξάνει ή μειώνει το μεταβολισμό ανάλογα με τις συνθήκες (κρύο, ζέστη), τις ανάγκες (ξεκούραση, άσκηση) αλλά και την συναισθηματική μας κατάσταση .
Οι δύο κύριες ορμόνες που εκκρίνει ο θυρεοειδής[2] είναι οι:
• Τ4 (Θυροξίνη)
• Τ3 (Τρι-ιωδο-θυρονίνη)
• Η πιο δραστική ορμόνη είναι η Τ3 και επηρεάζει σχεδόν κάθε κύτταρο και μεταβολική διαδικασία του σώματος:
• Την ανάπτυξη
• Τη θερμοκρασία του σώματος
• Την καρδιακή λειτουργία
• Την έμμηνο ρύση
• Την αιμοποίηση (παραγωγή του αίματος)
• Την ανάπτυξη των τριχών
• Την αποθήκευση & καύση του λίπους
• Τη γονιμότητα
• Την κινητικότητα του εντέρου
• Την πέψη
• Τη νεφρική λειτουργία
• Τη διάσπαση και το μεταβολισμό των υδατανθράκων
• Τα επίπεδα της χοληστερίνης στο αίμα
• Τον ύπνο
• Τη συναισθηματική διάθεση
• Τη σεξουαλική δραστηριότητα
• Την παραγωγή ενέργειας στους μύες
Για τη σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών απαραίτητο στοιχείο είναι το ιώδιο.
Οι πιο συχνές παθήσεις του θυρεοειδούς είναι ο υπερθυρεοειδισμός , κατάσταση κατά την οποία ο θυρεοειδης εκκρίνει μεγαλύτερες από το φυσιολογικό ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών και ο υποθυρεοειδισμός κατά την οποία εκκρίνει μειωμένη ποσότητα ορμονών.
Στον υπερθυρεοειδισμό το άτομο εμφανίζει αυξημένη νευρικότητα, τρόμο στα άκρα, αϋπνίες, ταχυκαρδία, εύκολο λαχάνιασμα και κόπωση κατά τη διάρκεια της άσκησης ή ακόμα και σε ηρεμία . Δεν ανέχεται τη ζέστη, και είναι πολύ χαρακτηριστική η όρεξή του για φαγητό η οποία είναι αυξημένη.Ωστόσο παρόλο που τρώει μεγάλες ποσότητες χάνει βάρος και αδυνατίζει. Ο υπερθυρεοειδισμός προσβάλει και τα μάτια, οι ασθενείς εμφανίζουν εξόφθαλμο.
Από την άλλη πλευρά στον υποθυρεοειδισμό εμφανίζεται προοδευτικά έντονη κούραση και σωματική αδυναμία, νωθρότητα, αργός ρυθμός ομιλίας, βραχνάδα, ιδιαίτερη ευαισθησία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, αύξηση του βάρους λόγω των χαμηλών ρυθμών μεταβολισμού και ξηροδερμία.
Οι αιματολογικές εξετάσεις του θυρεοειδούς οι οποίες μας βοηθούν στην επιβεβαίωση της κλινικής διάγνωσης περιλαμβάνουν τη μέτρηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών :
• Τ3 (τριϊωδοθυρονίνη),
fT3 (ελεύθερη τριϊωδοθυρονίνη),
• T4 (θυροξίνη),
• fT4 (ελεύθερη θυροξίνη) : οι παραγόμενες από το θυρεοειδή ορμόνες και τα βιολογικά δραστικά τους κλάσματά.
• TSH (θυρεοτρόπος ορμόνη) : η εγκεφαλική ορμόνη που ρυθμίζει τη λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα, η μέτρηση της συμβάλλει στην κατανόηση της λειτουργίας του θυρεοειδούς ( Υπερθυρεοειδισμό/Υποθυρεοειδισμό)
• Αnti-TPO (αντιθυρεοειδικά αντισώματα),
• anti-TG (αντιθυρεοσφαιρινικά αντισώματα) : τα κύρια αντιθυρεοειδικά αντισώματα. Οι εξετα΄σεις αυτε΄ς μπορούν να προβλέψουν αρχόμενη υπολειτουργία ή υπερλειτουργία του αδένα και χρησιμοποιούνται για τη διαπίστωση της θυρεοειδίτιδας Hashimoto και της ασθένειας Graves.
• Θυρεοσφαιρίνη (TG),
• καλσιτονίνη (CT),
• CEA (καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο) : δείκτες οι οποίοι ανιχνέουν νεοπλασίες και καρκινώματα του αδένα.